Ο χώρος εσωτερικά διαμορφώνεται με όλα τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα των εκκλησιών των υποδούλων.
Λιγοστό φως και απομόνωση από το εξωτερικό περιβάλλον με τον περιορισμό του μεγέθους των ανοιγμάτων.
Με δύο σειρές αψιδωτών κιόνων ο ναός χωρίζεται σε τρία άνισα ως προς το πλάτος ισοϋψή κλίτη.
Οι αψίδες ξεκινούν από τον ανατολικό τοίχο του ιερού, ακουμπούν στους τρεις λίθινους κίονες του κυρίως ναού, ενσωματώνονται στον μπογδανότοιχο (διαχωριστικό τοίχο νάρθηκα και κυρίως ναού) και καταλήγουν στον δυτικό τοίχο, αφού ακουμπήσουν στους δυο πεσσούς του νάρθηκα οι οποίοι στο χώρο του υπερώου γίνονται κίονες.
Τις γενέσεις των τόξων συνδέουν ξύλινοι ελκυστήρες (δοκοί), καθώς επίσης και με τους απέναντι τοίχους.
Σήμερα προστέθηκαν και σιδερένιοι ελκυστήρες για την στατικότητα του ναού.
Κατά μήκος των περιμετρικών τοίχων διατάσσονται σε σειρά παλαιά απλά στασίδια, καθώς επίσης και μεταξύ του πρώτου και δεύτερου κίονα των κιονοστοιχίων σε διπλή σειρά αντίθετης κατεύθυνσης, δημιουργώντας έτσι στο κεντρικό μέρος τις θέσεις των ψαλτών, του «Δεσποτικού» και του παραθρονίου χωρίζοντας τα κλίτη στο χώρο αυτό εμφανέστερα.
Με την πρόσφατη αλλαγή του δαπέδου τα στασίδια στηρίχτηκαν πάνω σε τσιμεντένιο βάθρο αντί του παλαιού πλακόστρωτου.
Στον βόρειο τοίχο το χορό των αγίων ανοίγουν άγιοι μεγαλομάρτυρες με μορφές δυναμικές και σοβαρές =, όπως αρμόζει στους μεγάλους αυτούς μάρτυρες του Χριστού που τόσο πολύ αγαπήθηκαν από τους Χριστιανούς όλων των αιώνων και έγιναν σύμβολα ελπίδας και ανάστασης για τους υπόδουλους στα δύσκολα χρόνια της σκλαβιάς.
Στον δυτικό τοίχο δεσπόζει η παράσταση της Κοίμησης της Θεοτόκου που περικλείεται με γύψινο έξεργο πλαίσιο και είναι ανακαινισμένη όπως προαναφέραμε κατά το 1843.