+Λάμπρου Τατσιόπουλου Διδασκάλου – Συγγραφέως
Ἔζησε στο Κομπότι ἕως τὸ ἔτος 1807. Η κοινωνικῇ του θέση ἀρχοντικῇ, καὶ ὁ χαρακτῆρας του σπάνιος «…άρχων εὐγενής, ἐνάρετος καὶ παιδεία συγκεκροτημένος».
Τὸ ἀρχοντικό του ήταν πιο πάνῳ ἀπό τὸ σπίτι τοῦ Νικολάου Σκουφά. Ήταν αντικρινά στῇ βορεινῇ πλευρᾷ τοῦ Αϊ Γιώργη, ποῦ μέ δαπάναις τοῦ ἰδίου σέ διάστημα 40 ἡμερῶν τὸ ἔτος 1741 ἔκτισε ὁ ἴδιος, ξοδεύοντας ἀπό τὸν βίο του.
Γεμᾶτος λεβεντιά καὶ εὐγένεια, γοητευτικός στοὺς λόγους του, γοήτευε τοὺς ακροατές του ὁ σεβαστὸς γέρο - Αναγνώστης, ὁ Ευστάθιος Γεροστάθης, ὁ σοφὸς Δάσκαλος.
Τὰ σοφά του διδάγματα σταχυολογημένα ἀπό τὸν Γιαννιώτη λόγιο Λέοντα Μελά έκαμαν τὴν «Χρηστομάθεια Γεροστάθη», ποῦ διαπαιδαγώγησε, φροντίζοντας ὡς ἀνάγνωσμα τῶν Δημοτικῶν Σχολείων, ὁλοκληρῇ γενιά καὶ παραπάνω.
Ἀπό τῇ δᾷδα τῆς σοφίας του φωτίστηκαν οἱ μορφές τοῦ Νικολάου Σκουφά καί τοῦ γιού του Κωνσταντίνου Γεροστάθη.
Στὸν νάρθηκα τοῦ Αϊ Γιώργη, στα πεζούλια τῆς ἐκκλησίας, στῇ «Μεγάλῃ Πλάκᾳ», στὸν καφενέ, στῇ συνάξῃ, στις φιλικές συγκεντρώσεις τῆς Ἀρτᾷς καί τῶν Ἰωαννίνων, στ΄αλώνια καί στο τζάκι τοῦ Ἀρχοντικοῦ του, τὸν άκουγαν αχόρταγα μικροὶ καὶ μεγάλοι, βυθισμένοι σέ γλυκούς στοχασμούς.
Ἵδρυσε πνευματικῇ ἑστία τὸ χωριό μέ τὴν ἐπωνυμίᾳ «Σύλλογος τοῦ Βιβλίου – Ο ΓΕΡΟΣΤΑΘΗΣ».
Η δράσῃ του ὠφέλησε ἀνυπολόγιστα τὸ χωριό καὶ ἡ μπρούτζινη σφραγῖδατου διαφυλάχθηκε ὡς τὸ 1943, ποῦ κάηκε τὸ Κομπότι ἀπό τοὺς Γερμανούς.
Ἀλλὰ καί στῇ Σημαίᾳ τοῦ Δημοτικοῦ Σχολείου είχαν βαλεῖ παλαιότερε τὸ «ΚΟΜΠΟΤΙ – ΓΕΡΟΣΤΑΘΗΣ».
Τὸ σεβασμό, τὴν ἀγάπῃ καί τὴν εὐγνωμοσύνῃ τῶν Κομποταίων πρός τὸν Γεροστάθη ἀνέπτυξαν ἡ συμβολῇ τοῦ Γεροστάθη στην πνευματικῇ ἀναπτύξῃ τοῦ τόπου, ἀλλὰ καὶ ἡ δολοφονίᾳ τοῦ στο χωριό Κουμιζάδες (σημερινὸς Αμμότοπος) ἀπὸ βόλι τοῦ Ἀλῇ Πᾶσα τὸ ἔτος 1807.
Εἶχε ανέβει στα Γιάννενα, νᾷ πείσει τὸν Ἀλῇ, ὅτι δὲν ήταν καιρὸς νᾷ δοθεί τὸ Κομπότι τσιφλίκι στὸν γιό του Μουχτάρ.
Καί τὸν ἔπεισε, τὸν ἔπεισε …., νᾷ δολοφονηθεί!
Γύρισε – γράφεται μέ τοὺς συνοδούς του ἀπό τὰ «Πέντε Πηγάδια», τότε, ποῦ τὸ θεριό τῆς Ἠπείρου αναταράχθηκε ἀπὸ προσβολῇ στο φτερούγισμα τῆς ἰδέας, ὅ,τι τὸ «ναί» τοῦ, στο Γεροστάθη σήμαινε γονάτισμα του μπροστά σέ ανώτερό του, ποῦ δὲν ἔπρεπε νᾷ ζεῖ!
Καὶ πηρέ τὴν ἀποφάσῃ, έτρεξε ὁ σπαής, φυτεύτηκε τὸ βόλι!
Οἱ πληροφορίες ἐῷς σήμερα δὲν αναφέρουν ἐᾶν θάφτηκε στο Κομπότι ἢ αλλού.
Η δολοφονίᾳ του ανάγκασε τὴν οικογένειά του, καθώς και τις οικογένειες Πανούτσου, Πλατῇ καὶ άλλες νᾷ φύγουν γία τὴν Κέρκυρα.
Σήμερα δὲν σῴζεται τὸ Ἀρχοντικό του, γιατί τὸ Κομπότι κάηκε πολλές φορές ἕως τώρα, οὔτε σῴζεται τὸ σπίτι, ποῦ εἶχε στην Ἄρτα, αντικρινά στοὺς Ἁγίους Ἀναργύρους.
Τὸ θυμίζει ὅμως ἐκεῖ ἡ ὀδός Γεροστάθη, ὅπως στο Κομπότι θυμίζει τὸ πηγάδι τοῦ Γεροστάθη.
Τί τὸ θέλετε….. μνημεῖα ὑλικὰ εἷναι ὄλα αὑτά, λιώνουν καὶ ἀφανίζονται σιγᾷ – σιγᾷ στο πέρασμα τοῦ χρόνου!
Ἐκεῖνο ποῦ αποθανατίζει τὸν Γεροστάθη εἷναι τὸ πνεῦμα του.
Διαβάζοντας τὸ Βιβλίο τοῦ Λέοντος Μελά «Ο Γεροστάθης ἢ Ἀναμνήσεις τῆς Παιδικῆς μου ἡλικίας» ἐκδόσεων 1859 καὶ 1892-1894, βλέπεις τὴν λαμπρή μορφῇ καί τῆ φλογερή ψυχῇ του σοφοῦ Γεροστάθη καὶ λες: ‘Ἔνας σοφὸς Διδάσκαλος καὶ ἔνας «Μέγας» του Ἔθνους».
Αὐτός ήταν ὁ Γεροστάθης.